Κυριακή 17 Απριλίου 2011

Μέσω νεφών.

Είναι ένα παράξενο, όσο και οικείο συναίσθημα.
Οπως όταν μπαίνεις σε έναν άγνωστο χώρο όπου θα αντιμετωπίσεις -για πρώτη φορά- άγνωστους ανθρώπους.
Κάθεσαι με την πλάτη στον τοίχο. 'Τουλάχιστον, να μην μου την φέρουν από πίσω", σκέπτεσαι.
Η όπως όταν μπαίνεις στο χώρο που είναι το καταφύγιό σου - εκεί που δεν φοβάσαι να γυμνωθείς από μέσα- και όλα βρίσκονται στην θέση τους. Από το πιο μικρό και ασήμαντο, μέχρι το πιο σπουδαίο.
Ησυχάζεις. Γνωρίζεις ότι κανείς δεν μπορεί να μπει εδώ, αν εσύ δεν το επιτρέψεις.
Ο Νίκος Παπάζογλου -όπως τόσοι και τόσοι στο παρελθόν αλλά όλο και ολιγότεροι στο μέλλον-
υπήρξε ότι ο τοίχος για την πλάτη μου.
Το καταφύγιό μου.
Η σιγουριά μου.
Μιά σιγουριά που δεν εξηγείται εύκολα αλλά την καταλαβαίνω στα πατήματά μου.
Κι όσο περνούν τα χρόνια και άνθρωποι σαν τον Νικόλα δραπετεύουν, όλο και πιο πολύ φοβάμαι πως η περπατησιά μου θα γίνεται όπως του παιδιού. Ασταθής. Αβέβαιη. Λοξόδρομη.
Ομως, καταλαβαίνω ότι άλλος τρόπος δεν υπάρχει. Παλεύεις να μείνεις όρθιος και περπατάς κοιτώντας μπροστά. Ακόμη και μόνος. Και χωρίς καβάτζες.
Αλλο δρόμο, δεν έχει.
Μέσω νεφών, μόνο.

ΦΕΥΓΩ - ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ

Τετάρτη 13 Απριλίου 2011

Χρεωκρατία και Κερδοσκοπία.


Δεν μου προξένησαν καμία έκπληξη οι αντιδράσεις ορισμένων στο ντοκυμαντέρ debtocracy. Ούτε, φυσικά, η προσπάθεια απαξίωσής του. Για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος είναι πως το ντοκυμαντέρ αναδεικνύει την στρεβλή και καταστροφική λειτουργία του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Και ο δεύτερος, αφορά την δημιουργία της επιτροπής λογιστικού ελέγχου του χρέους. Το ντοκυμαντέρ, δεν ισχυρίστηκε ότι προσφέρει λύσεις για την αντιμετώπιση της σημερινής κατάστασης. Κάνει -ενοχλητικές για τους νεοφιλελεύθερους- διαπιστώσεις και θέτει κάποιες προτάσεις διεξόδου, για συζήτηση.
Οι υπέρμαχοι της ασθένειας που έχει προκληθεί από τον ιο οικονομικής ανοησίας Friedman, γνωρίζουν πως η αποδοχή μίας συζήτησης για τα αίτια της κρίσης θα αναδείκνυε τον παραλογισμό του συστήματος. Ενός συστήματος που υποστηρίζει ότι οι χρηματοοικονομικές αγορές είναι ο σωστός και "σοφός" μηχανισμός κατανομής κεφαλαίου. Ένας μηχανισμός τόσο "σοφός", ο οποίος αυτοδιορθώνεται κι έτσι δεν χρειάζεται να υπακούει σε κανόνες λειτουργίας και ελέγχου που θα έθετε κάποια δημόσια αρχή. Διότι αν υπήρχαν τέτοιοι κανόνες θα αποκάλυπταν πολύ γρήγορα, ότι ο "σοφός" μηχανισμός δεν κάνει τίποτε περισσότερο από το να κατασκευάζει κερδοσκοπικές φούσκες, που κάποια στιγμή, σκάζουν. Είναι λοιπόν, φυσικό, αυτόν τον μηχανισμό -που αποτελεί την καρδιά του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος- να τον υπερασπίζονται όσοι ευνοούνται από τα κέρδη της ανισομερούς κατανομής του πλούτου που δημιουργεί καθώς και εκείνοι που ελπίζουν να γευθούν κάποιο ψιχουλάκι που θα περισσέψει από το τραπέζι εκείνων που παίρνουν μέρος στο μεγάλο φαγοπότι. Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο δικαιολογούν την κρίση με το επιχείρημα ότι προήλθε από την ανεντιμότητα και την ανευθυνότητα ορισμένων παραγόντων της χρηματοοικονομικής αγοράς, τους οποίους οι δημόσιες αρχές, απέτυχαν να θέσουν υπό έλεγχο (και ίσως για να "τιμωρηθούν" οι δημόσιες αρχές ανέλαβαν να κοινωνικοποιήσουν τις ιδιωτικές ζημίες των αγορών).
Το αίτημα της δημιουργίας επιτροπής λογιστικού ελέγχου του χρέους, είναι εξίσου ενοχλητικό. Και αυτό γιατί, πρώτον θα έφερνε στο προσκήνιο του δημόσιου διαλόγου την ανάγκη εντοπισμού και τιμωρίας των υπευθύνων της σημερινής οικονομικής συγκυρίας (που δεν διαφέρουν με όλους εκείνους που τώρα υποστηρίζουν ότι οι πολιτικές του μνημονίου είναι μονόδρομος ) και δεύτερον γιατί θα αποκάλυπτε ποιό είναι το ποσοστό εκείνο του χρέους, που αποτελεί -για να το θέσω κομψά- μία ληστρική χρηματοδότηση της απληστίας των λειτουργών και υπερασπιστών του οικονομικού συστήματος που στηρίζεται σε δύο πυλώνες. Τα χρηματιστήρια και τις τράπεζες.
Απλά πράγματα.
Τέλος, δεν αντέχω, θα ομολογήσω ότι όλα αυτά τα γράφω, για να αποκρύψω το γεγονός ότι για την παγκόσμια οικονομική κρίση, φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

...Και γιατί να πάμε από την θάλασσα;


-"Μα πώς περπατάς επί των κυμάτων Κύριε;" τον ρώτησα.
-"Έχασα τον δρόμο" μου απάντησε.
Τ. Λειβαδίτης.

Ίσως είναι η φράση που έχει ακουστεί περισσότερο από κάθε άλλη, την τελευταία τριετία. "Η αλλάζουμε ή βουλιάζουμε". Την εκστόμισε μία ομιλούσα γελοιότης που άνετα θα έπαιρνε τον ρόλο του Αβερελ Ντάλτον, αν δεν του έβρισκαν μία πρόσκαιρη απασχόληση ως πρωθυπουργού. Η φράση, όμως, έγινε το βασικό πολιτικό - ιδεολογικό - μηντιακό επιχείρημα υπεράσπισης της πολιτικής του μνημονίου. Απόκτησε την ισχύ και τα χαρακτηριστικά μίας άλλης φράσης που ήταν χαραγμένη στα κανόνια των ηγεμόνων του μεσαίωνα. Reges ultimum factum. Το τελευταίο επιχείρημα των ηγεμόνων. Γενικώς, οι ηγεμόνες απεχθάνονται τις εναλλακτικές λύσεις, ιδίως όταν δεν τις προτείνουν εκείνοι. Προτιμούν την καλλιέργεια και διάδοση διλημμάτων, στα οποία έχεις να επιλέξεις ανάμεσα στην καταστροφή σου και την σωτηρία τους. Η φράση " ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε" είναι ένα δίλημμα αυτής της μορφής. Πώς, όμως, προέκυψε διάολε; Α, μυστηριωδώς, όταν φθάνουμε σε αυτό το σημείο (να αναζητήσουμε τα αίτια) το πρόβλημα γίνεται τοπικό, γίνεται αποκλειστικά ελληνικό. Και προκύπτουν οι διαφωτιστικές εξηγήσεις γιαουρτωμένων ("μαζί τα φάγαμε") ή κάποιες άλλες, που ενώ έχουν βάση αληθείας, αποτελούν υποσημείωση στο κεφάλαιο που αναζητά τα αίτια. Είναι καθαρό πλέον ότι αυτό που ονομάζεται "κρίση δημοσίου χρέους" προήλθε από την μετακύλιση του ιδιωτικού χρέους των τραπεζών στους προυπολογισμούς των κρατών. Αυτό συνέβη επειδή, αν οι τράπεζες χρεωκοπούσαν, το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα θα πήγαινε μία βόλτα χωρίς επιστροφή. Προκειμένου λοιπόν ο μηχανισμός παραγωγής ανισοτήτων να συνεχίσει να λειτουργεί προς όφελος εκείνων που συσσωρεύουν πλούτο, οι τράπεζες πρέπει να κερδίσουν χρόνο για να αποκτήσουν την κεφαλαιακή βάση που θα τους επιτρέψει να αντιμετωπίσουν τις απώλειές τους. Απώλειες που φορτώνονται σε εμάς, μέχρι οι τράπεζες να συγκεντρώσουν πάλι κεφάλαια σχεδόν αποκλειστικά από την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας. Ολοι εμείς, έχουμε γίνει ένα είδος "κάδου ανακύκλωσης" του υπολογιστή, στον οποίο μεταφέρθηκαν τα χρέη. Ο χρόνος που χρειάζονται οι τράπεζες, είναι όσος θα χρειαστούμε ως χώρα να αποπληρώσουμε με τους τοκογλυφικούς τόκους την "μνημονιακή δανειοδότηση". Η αλλαγή για την οποία κάνει λόγο η φράση "ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε" αφορά τον χαρακτήρα του κράτους. Τέλος τα δημόσια αγαθά. Ολα ιδιωτικά, τα οποία μάλιστα θα διαχειρίζεται το κεφάλαιο μέσω των τραπεζών, οι οποίες χωρίς αυτή την επιλογή (που εμφανίζεται ως μονόδρομος) θα βουλιάξουν στο χρέος που δημιούργησε η απληστία του κέρδους. Το κυριότερο χαρακτηριστικό του καπιταλισμού. Το διασκεδαστικό ή αν θέλετε το τραγικό στοιχείο της ιστορίας είναι πως επειδή η Δημοκρατία δεν λειτουργεί, χρειαζόμαστε την αλλαγή της. Την βελτίωσή της. Οπωσδήποτε. Και δεν είναι καθόλου εύκολος αυτός ο δρόμος. Αλλά, κανείς δεν αναρωτιέται το προφανές. Γιατί να πάμε από την θάλασσα με ορατό τον κίνδυνο να βουλιάξουμε; Γιατί να μην πάμε από την ξηρά, όπου μπορεί να ταλαιπωρηθούμε αλλά δεν θα πνιγούμε; Μήπως γιατί αν πάμε από την ξηρά δεν θα χρειαστεί να πληρώσουμε εισιτήριο σε αυτούς που, αν πάμε από την θάλασσα, θα μας πνίξουν για να σωθούν με τα χρήματα του εισιτηρίου; Μην ρωτήσετε τον Αβερελ. Θα του αποσπάσετε την προσοχή και μπορεί να πέσει από το ποδήλατο.