Τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά το βράδυ του Σαββάτου στο ντέρμπι Ολυμπιακού -ΠΑΟ, μόνον εάν η πολιτεία είχε μία ολοκληρωμένη φιλοσοφία για τον επαγγελματικό και τον ερασιτεχνικό αθλητισμό, αν ήθελε και μπορούσε να διαμορφώσει ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο και θα υποχρέωνε τους πάντες να το σεβαστούν, αν μπορούσε να διασφαλίσει την εφαρμογή του, αν είχε πολιτικό προσωπικό με γνώση της σύγχρονης αθλητικής πραγματικότητας και όχι κομματικούς καρριερίστες ή πολιτικούς καιροσκόπους, αν δεν ήταν δέσμια του πολιτικού κόστους και αν την ενδιέφερε το αθλητικό αύριο και οι υποδομές. Τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά το βράδυ του Σαββάτου, μόνον εάν οι παράγοντες είχαν μία στοιχειώδη παιδεία και δεν επιδείκνυαν την αμορφωσιά τους τόσο ξεδιάντροπα, θεωρώντας ότι είναι «μαγκιά», αν είχαν μία στοιχειώδη γνώση των χαρακτηριστικών του παιχνιδιού και κάποιες ελάχιστες παραστάσεις από άλλα πιο προηγμένα πρωταθλήματα, αν ήθελαν και μπορούσαν να αποκαταστήσουν την καθαρότητα και την διαφάνεια στους όρους διαξαγωγής του πρωταθλήματος, αν είχαν ήθος, αίσθηση του μέτρου και τιμιότητα, αν ο εγωισμός, η αλλαζονία, η αγένεια και η χυδαιότητα δεν περιλαμβάνονταν στον κατάλογο με τα προτερήματά τους, αν αγαπούσαν το παιχνίδι, τουλάχιστον όσο –λένε ότι- αγαπούν τις ομάδες τους. Τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά το βράδυ του Σαββάτου, μόνον εάν η αθλητική ενημέρωση σεβόταν την αποστολή της και τον χαρακτήρα της, αν δεν αντάλλασε την ανεξαρτησία και τηνεγκυρότητά της με την εμπορικότητα, αν την ασκούσαν ανθρωποι με γνώσεις και παιδεια που θα υποστήριζε την δουλειά τους ή οποία δεν θα εξέπιπτε σε πανωφόρι ενστίκτων, αν οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι αρνούνταν να παίξουν τον ρόλο του διασκεδαστή του πλήθους στο κολοσσαίο της μονομέρειας και του οπαδισμού. Τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά το βράδυ του Σαββάτου, μόνον εάν οι φίλαθλοι και οι οπαδοί (γιατί δεν είναι όλοι οι οπαδοί κάφροι) απαιτούσαν καλύτερης ποιότητας ενημέρωση αν οι φίλαθλοι και οι οπαδοί απαιτούσαν καλυτερης ποιότητας θέαμα και καλύτερες συνθήκες διεξαγωγής αγώνων, αν απαιτούσαν ισονομία και διαφάνεια, αν ήθελαν και μπορούσαν να αγαπήσουν το παιχνίδι –τουλάχιστον- όσο και την ομάδα τους, αν μπορούσαν να καταλάβουν ότι η ζωή είναι πάνω από το παιχνίδι, αν μπορούσαν και είχαν μάθει να σέβονται τον άλλο. Τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά το βράδυ του Σαββάτου, μόνον εάν οι επαγγελματίες ποδοσφαιριστές σέβονταν τους συναδέλφους τους και το κοινό, αν υπερασπίζονταν την δουλειά και την αξιοπρέπειά τους, αν διεκδικούσαν καλύτερες συνθήκες εργασίας και δεν αντιμετώπιζαν τον τύπο σαν εργαλείο δημοσίων σχέσεων. Τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά το βράδυ του Σαββάτου μονον εάν θεωρούσαμε ότι αυτές οι γραμμές αφορούν εμάς και όχι τους «άλλους».
Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011
Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011
Black - out Μνήμης.
Κάποιες φορές, τυχαία, τον τελευταίο καιρό που βρέθηκα μπροστά σε ανοικτό τηλεοπτικό δέκτη στην επίσημη ώρα κυβερνητικής προπαγάνδας που ονομάζεται «δελτίο ειδήσεων», έχω την αίσθηση ότι ο χρόνος στην Ελλάδα –σε αντίθεση με ότι συμβαίνει σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο- μηδενίστηκε στις εκλογές του Οκτωβρίου του 2009. Από τότε, άρχισε μία νέα εποχή όπου κάποιοι μιλούν για εκείνα τα μέτρα «που πρέπει να υιοθετηθούν, για να σωθούμε» και τα οποία, εκτός του ότι δεν είναι διαπραγματεύσιμα, είναι πολύ σκληρά για την πλειοψηφία του πληθυσμού ενώ επιπροσθέτως έχουν και τον χαρακτήρα του κατεπείγοντος. Ενα χαρακτήρα που τους προσέδωσαν οι πραγματικοί διαχειριστές της χώρας, αφού η κυβέρνηση είναι ένα πολιτικό κατασκεύασμα του εκλογικού συστήματος, το οποίο βρίσκεται υπό διεθνή επιτροπεία. Φυσικά, το ένα σκέλος της συζήτησης αφορά την αναγκαιότητα των συγκεκριμένων μέτρων (γιατί αυτά και όχι άλλα) και την νομιμότητά τους, για να μην αναφερθώ στην διαδικασία λήψης των αποφάσεων. Εδώ, οργιάζει η μονόπλευρη προπαγάνδα, η διαστρέβλωση της πραγματικότητας, η χειραγώγηση και όλες οι δοκιμασμένες πρακτικές των ολοκληρωτικών καθεστώτων. Ενυπάρχει και η ωμή βία της κρατικής καταστολής (όπως π.χ στην Κερατέα) αλλά αυτά τα γεγονότα συγκαλύπτονται επαρκώς ή παρουσιάζονται με συγκλονιστική μονομέρεια που, βέβαια, ταυτίζεται με την κυβερνητική θέση ή που προβάλεται ως προσπάθεια αμφισβήτησης της «έννομης τάξης». Κατηγορία που έχει αποδωθεί και στο κίνημα «δεν πληρώνω». Το δεύτερο, όμως, σκέλος της συζήτησης στην κατασκευασμένη πραγματικότητα της νέας εποχής η οποία άρχισε με τις εκλογές του 2009, αφορά στο πως φθάσαμε εδώ και ποιοί ευθύνονται γι΄αυτό. Αυτό το σκέλος της συζήτησης δεν υπάρχει πουθενά στον δημόσιο διάλογο. Σαν να έχει επισυμβεί ένα black out στη συλλογική μνήμη. Στο δικό μου μυαλό, πρόκειται για ένα κατασκευασμένο black out, για προφανείς λόγους. Σκεφθείτε με ποιό κυρος οι υπεύθυνοι της σημερινής κατάστασης θα μπορούσαν να επιβάλλουν μέτρα; Την χώρα, με εξαίρεση το μικρό διάστημα της συγκυβέρνησης και της οικουμενικής, κυβέρνησαν τα δύο μεγάλα κόμματα. Αυτά πήραν τις αποφάσεις, έκαναν τις επιλογές, νομοθέτησαν, διαχειρίστηκαν την οικονομία και ερμήνευσαν με τον τρόπο τους το «εθνικό συμφέρον». Αυτά είναι που με τις επιλογές τους στο χθες, διαμόρφωσαν το σήμερα. Η χώρα δεν διαφέρει από τις χώρες που είχαν κατακτήσει κάποτε οι ρωμαικές λεγεώνες και μεταβλήθηκαν σε επαρχίες του Imperium Romanorum. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ενισχύονται και νομοθετικά οι μηχανισμοί καταστολής έτσι ώστε όταν αύριο κάποιοι -όχι όλοι, γιατί άλλοι θα φοβηθούν, άλλοι θα κουραστούν, άλλοι θα παραιτηθούν- ξεσηκωθούν, ο στρατός και η αστυνομία θα είναι εκεί για να διαφυλάξουν την «τάξη». Στην Κερατέα τι νομίζετε ότι κάνουν; Μιά πρόβα, απλά.