Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

Τον πήδηξαν όλοι...(..όλοι;)


Ο Αλαν Κόρεν, ένας πολύ ωραίος και διαβασμένος τύπος, που απαρνήθηκε την ακαδημαική καρριέρα για να βγάλει τα προς το ζην ως δημοσιογράφος, συγγραφέας και ευθυμογράφος, θέλησε, στα μέσα της δεκαετίας του 70, να εκδόσει ένα βιβλίο με ευθυμογραφήματά του (μερικά από τα οποία είχαν δημοσιευθεί σε ένα ιστορικό σατυρικό περιοδικό της Αγγλίας, το Punch του οποίου για ένα διάστημα διατέλεσε και διευθυντής). Ο εκδότης στον οποίο πήγε τα χειρόγραφα, τον ρώτησε «γιατί πιστεύετε ότι το βιβλίο σας θα πουλήσει;». Ο Κόρεν του απάντησε «γιατί ξέρω τι θέλει ο κόσμος». Και δεν έλεγε ψέμματα. Ο Κόρεν είχε μελετήσει τις λίστες των best-sellers και είχε διαπιστώσει ότι τα βιβλία με τις μεγαλύτερες πωλήσεις αφορούσαν το γκολφ, τις γάτες και οτιδήποτε είχε σχέση με τους Ναζί. Επέλεξε λοιπόν για τίτλο στο βιβλίο τη φράση Golfing for cats (γκολφ για γάτες) και για εξώφυλλο επέλεξε μιά σβάστικα. Οι πωλήσεις πήγαν μία χαρά και ο Κόρεν ήταν χαρούμενος που άλλη μία σκανταλιά του, έπιασε τόπο. Αναρωτιέμαι, τον τελευταίο καιρό, αν ήταν κάποιος να γράψει ένα βιβλίο για το ελληνικό ποδόσφαιρο, πως θα προκαλούσε την προσοχή του κοινού; Θα είχε ενδιαφέρον ένα εξώφυλλο με τον Σάχα φλεγόμενο πάνω σε ένα cd, τίτλο «τον πήδηξαν όλοι» και από κάτω κεφαλάκια των του υφυπουργού πολιτισμού, του Γ.Γ Αθλητισμού, του προέδρου της ΕΠΟ και των προέδρων της λίγκας; (λόγω χώρου θα έμπαιναν, στο οπισθόφυλλο μερικά «πετυχημένα» πρωτοσέλιδα του χυδαίου οπαδισμού). Δεν νομίζω ότι θα το μάθουμε ποτέ, όχι γιατί δεν θα γράψει κάποιος ένα τέτοιο βιβλίο ή γιατί δεν θα βρεθεί εκδότης να το τυπώσει αλλά γιατί δεν νομίζω να νοιάζεται κανείς για τοο ελληνικό ποδόσφαιρο. Για τις ομάδες, το στοίχημα, την κονόμα, τις κρατικές χορηγίες, τις αργομισθίες, τις κομπίνες, το μαύρο χρήμα, το μπάχαλο για πλάκα, την λεζάντα στις εφημερίδες, τα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις, την πολιτική καρριερα και την δημιουργία ομάδων –η κύκλων, όπως είναι της μόδας- ευνοουμένων, ενδιαφέρονται πολλοί. Με πρόσχημα το παιχνίδι, φυσικά, γιατί όπως όταν σχεδιάζεις ένα έγκλημα το πρώτο που φροντίζεις είναι το άλλοθι, έτσι και με το ελληνικό ποδόσφαιρο. Είναι το άλλοθι όλων αυτών που μπορούν να φοράνε κουκούλα, να έχουν μιά σιδηρογροθιά σε πρώτη ζήτηση και ένα λεξιλόγιο 300 λέξεων ή να φοράνε κοστούμι, να πιστεύουν ότι είναι τεχνοκράτες ή σοβαροί πολιτικοί και μπορούν να μιλούν με τις ώρες, μόνο και μόνο για να επιβεβαιώσουν την ισχύ του αφορισμού του θείου Αλβέρτου για το σύμπαν και την βλακεία. Αυτό που θα μπορούσε να αντιληφθεί κάποιος που θα ερχόταν από έξω ως ελληνικό ποδόσφαιρο, είναι μία πρόχειρη βιτρίνα ενός λυόμενου με μία τεράστια αφίσα της εθικής που σηκώνει το κύπελο στην Πορτογαλία και κάτω δεξιά, στη γωνία ένα χαρτί που γράφει επάνω με κόκκινο «πλεροφορείες μέσα, σπρώξτε». Αυτή η προστακτική, πολύ συχνά, γίνεται αφορμή παρεξηγήσεων αλλά όποιος κάνει το λάθος και μπει, έχει δύο επιλογές. Η να μην αντέξει την αποφορά και το σκοτάδι που υπάρχει μέσα και να ξαναγυρίσει στο δρόμο όπου κάτι πιτσιρικάδες παίζουν «διπλό» ή να ενσωματωθει με τα περιττώματα του εσωτερικού. Αν αυτοί που κάνουν τους σχεδιασμούς και παίρνουν τις αποφάσεις –τρομάρα τους- δεν έχουν καταλάβει ότι δεν έχει πιο κάτω σε αυτό το πηγάδι, δεν υπάρχει λόγος να ανησυχούν. Θα κάνουν μερικές επιτροπές, θα ορίσουν μερικούς ειδικούς ως μέλη και τις αμοιβές ανά συνεδρίαση, θα καταλήξουν σε πορίσματα που θα ανακοινώσουν σε μία συνένετευξη τύπου προαναγγέλλοντας και νέα νομοθετική ρυθμιση και το μόνο που θα αποφασίσουν θα είναι να βάψουν τα σκατά ροζ. Ούτε κι αυτό, όμως δεν θα το ολοκληρώσουν, είτε γιατί δεν θα υπάρχουν αρκετά κονδύλια για την ολοκλήρωση της χρωματικής αλλαγής είτε γιατί θα αλλάξει ο υπουργός. Μάλιστα, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, μέχρι να ενημερωθεί ο αντικαταστατης του, θα περάσει καιρός και «οι προτεραιότητες» θα έχουν αλλάξει. Οχι όμως και τα περιττώματα.